Σε κίνδυνο φτώχειας ένας στους τέσσερις στην Κύπρο

Το 25,2% του πληθυσμού ή 214.636 άτομα βρίσκονταν σε κίνδυνο φτώχειας ή σε κοινωνικό αποκλεισμό (δείκτης AROPE, ένας από τους 9 βασικούς δείκτες της Στρατηγικής ΕΕ «Ευρώπη 2020»), με βάση τα αποτελέσματα της έρευνας Εισοδήματος και Συνθηκών Διαβίωσης 2017, με οικονομικό έτος αναφοράς το 2016. 

Συγκεκριμένα, το 25,2% του πληθυσμού ζούσε σε νοικοκυριά με διαθέσιμο εισόδημα κάτω από το όριο της φτώχειας ή ζούσε σε νοικοκυριά με σοβαρή υλική στέρηση, ή ζούσε σε νοικοκυριά με πολύ χαμηλό δείκτη έντασης εργασίας. Ο δείκτης παρουσιάζει βελτίωση σε σχέση με την προηγούμενη χρονιά που ήταν στο 27,7%. Η βελτίωση αντικατοπτρίζεται τόσο στο ποσοστό των ανδρών όσο και των γυναικών, 24,0% και 26,4% αντίστοιχα, διατηρώντας όμως διαχρονικά τις γυναίκες σε δυσμενέστερη θέση έναντι των ανδρών.

Το Διάγραμμα 1 παρουσιάζει την εξέλιξη του δείκτη αυτού από το 2008 μέχρι και το 2017

Δείκτης κινδύνου φτώχειας (AROP)

Το ποσοστό του πληθυσμού που βρισκόταν σε κίνδυνο φτώχιας, δηλαδή το διαθέσιμο εισόδημα του βρισκόταν κάτω από το Χρηματικό Όριο Κινδύνου Φτώχειας, παρουσίασε μείωση, φτάνοντας στο 15,7% σε σχέση με 16,1% που ήταν το 2016 και 16,2% το 2015, τα οποία ήταν και τα υψηλότερα ποσοστά που έφτασε ποτέ ο δείκτης αυτός.

Το Χρηματικό Όριο Κινδύνου Φτώχιας το 2017 ήταν στα €8.698 για νοικοκυριά ενός ατόμου σε σχέση με €8.412 το 2016 και στα €18.266 για νοικοκυριά με δυο ενήλικες και δύο εξαρτώμενα παιδιά, σε σχέση με €17.665 το 2016.

Δείκτης σοβαρής υλικής στέρησης (SMD)

Το ποσοστό του πληθυσμού με σοβαρή υλική στέρηση, δηλαδή το ποσοστό του πληθυσμού που λόγω οικονομικών δυσκολιών δεν μπορούσε, για παράδειγμα, να αποπληρώσει τους λογαριασμούς του ρεύματος/νερού ή τα δάνεια του, ή δεν μπορούσε να έχει τον χειμώνα ικανοποιητική θέρμανση, ή να αντιμετωπίσει μια έκτακτη αλλά αναγκαία δαπάνη (περισσότερες πληροφορίες στους ορισμούς στις μεθοδολογικές πληροφορίες), μειώθηκε το 2017 στο 11,5% σε σχέση με 13,6% που είχε φτάσει το 2016.

Δείκτης πολύ χαμηλής έντασης εργασίας (LWI)

Το ποσοστό του πληθυσμού στις ηλικίες 0-59 ετών, το οποίο ζούσε σε νοικοκυριά με πολύ χαμηλό Δείκτη έντασης εργασίας, δηλαδή οι ενήλικες στο νοικοκυριό εργάστηκαν κατά την περασμένη χρονιά λιγότερο από 20% της συνολικής τους δυνατότητας, παρουσιάζει επίσης μείωση το 2017 μετά από μια συνεχή άνοδο τα τελευταία χρόνια, φτάνοντας στο 9,4% σε σχέση με 10,6% που είχε φτάσει το 2016.

Στο Διάγραμμα 2 παρουσιάζονται ξεχωριστά οι πιο πάνω δείκτες, οι οποίοι συμβάλλουν στον καταρτισμό του στρατηγικού δείκτη σε κίνδυνο φτώχιας ή σε κοινωνικό αποκλεισμό.

Οικονομική ανισότητα

Το μέσο ετήσιο καθαρό διαθέσιμο εισόδημα του νοικοκυριού για το 2017, με οικονομικό έτος αναφοράς το 2016, ήταν €30.376, παραμένοντας στο ίδιο περίπου επίπεδο με το αντίστοιχο της προηγούμενης χρονιάς που ήταν €29.942.

Η οικονομική ανισότητα εκφράζεται κυρίως με τον δείκτη κατανομής εισοδήματος σε πεμπτημόρια (S80/S20) και τον δείκτη άνισης κατανομής εισοδήματος, συντελεστή Gini. Το 2017 οι δύο συντελεστές οικονομικής ανισότητας, με περίοδο αναφοράς το 2016, παρουσιάζουν μείωση σε σχέση με την προηγούμενη χρονιά, υποδηλώνοντας βελτίωση στην κατανομή του εισοδήματος των νοικοκυριών. Συγκεκριμένα, ο δείκτης S80/S20, ο οποίος εξετάζει το μερίδιο του εισοδήματος του πλουσιότερου 20% του πληθυσμού προς το εισόδημα του φτωχότερου 20% του πληθυσμού, παρουσιάζει βελτίωση φτάνοντας το 2017 στο 4,6. Δηλαδή, το μερίδιο του εισοδήματος του πλουσιότερου 20% του πληθυσμού ήταν 4,6 φορές υψηλότερο από το εισόδημα του φτωχότερου 20% του πληθυσμού, σε σχέση με 4,9 που ήταν το 2016. Επίσης, ο συντελεστής Gini, ο οποίος υπολογίστηκε στο 30,8%, μειώθηκε σε σχέση με το 2016, ο οποίος είχε φτάσει στο 32,1%.

Ορισμοί

Ποσοστό κινδύνου φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού (AROPE): Ποσοστό κινδύνου φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού είναι το ποσοστό του πληθυσμού που είναι κάτω από το όριο της φτώχειας ή ζει σε νοικοκυριά που έχουν σοβαρή υλική στέρηση ή ζει σε νοικοκυριά με πολύ χαμηλό δείκτη έντασης εργασίας. Κάθε άτομο υπολογίζεται μόνο μία φορά έστω και αν εμπίπτει σε πέραν του ενός δείκτη.  

Χρηματικό όριο κινδύνου φτώχειας: Το όριο φτώχειας ορίζεται στο 60% του διάμεσου ισοδύναμου διαθέσιμου εισοδήματος, το οποίο υπολογίζεται διαιρώντας το συνολικό διαθέσιμο εισόδημα του νοικοκυριού (συνολικό καθαρό εισόδημα όλων των μελών του μετά τις κοινωνικές μεταβιβάσεις) διά το ισοδύναμο μέγεθος του νοικοκυριού, το οποίο προκύπτει από την εφαρμογή των ακόλουθων συντελεστών στάθμισης: 1ος ενήλικας = 1,0 μονάδα, υπόλοιπα άτομα ηλικίας 14 χρονών και άνω = 0,5 μονάδες και άτομα κάτω των 14 χρονών = 0,3 μονάδες.

Ποσοστό κινδύνου φτώχειας (AROP): Ποσοστό κινδύνου φτώχειας είναι το ποσοστό των ατόμων που έχουν εισόδημα κάτω από το όριο της φτώχειας. Μετρά τη σχετική φτώχεια και όχι την απόλυτη φτώχεια. 

Σοβαρή υλική στέρηση (SMD): Με τον όρο σοβαρή υλική στέρηση εννοούμε τον πληθυσμό που στερείται λόγω οικονομικών δυσκολιών τουλάχιστο τέσσερα από τα ακόλουθα αγαθά και υπηρεσίες:

(1) καθυστέρηση στην αποπληρωμή πάγιων λογαριασμών (ρεύμα, νερό κ.λπ.), ενοίκιο ή δόσεις δανείων κύριας κατοικίας ή δόσεις άλλων δανείων,

(2) οικονομική αδυναμία για πληρωμή μιας εβδομάδας διακοπών,

(3) οικονομική αδυναμία στην αντιμετώπιση έκτακτων αλλά αναγκαίων δαπανών,

(4) οικονομική αδυναμία για ικανοποιητική θέρμανση,

(5) οικονομική αδυναμία για διατροφή που να περιλαμβάνει  κάθε  δεύτερη  μέρα  κοτόπουλο, κρέας,  ψάρι  ή  λαχανικά ίσης  αξίας,

(6) οικονομική αδυναμία να διαθέτουν αυτοκίνητο,

(7) οικονομική αδυναμία να διαθέτουν τηλέφωνο,

(8) οικονομική αδυναμία να διαθέτουν έγχρωμη τηλεόραση,

(9) οικονομική αδυναμία να διαθέτουν πλυντήριο ρούχων.

Πολύ χαμηλός δείκτης έντασης εργασίας (LWI): Το ποσοστό των ατόμων ηλικίας 0-59 που ζει σε νοικοκυριά των οποίων τα μέλη τους (ηλικίας 18-59) εργάστηκαν λιγότερο από 20% της δυνατότητας απασχόλησης τους κατά τη διάρκεια της προηγούμενης χρονιάς. Η ένταση εργασίας του νοικοκυριού ορίζεται ως ο λόγος του συνολικού αριθμού των μηνών που εργάστηκαν όλα τα μέλη του νοικοκυριού ηλικίας 18-64 (δεν περιλαμβάνονται τα εξαρτώμενα παιδιά) προς το συνολικό αριθμό των μηνών που τα άτομα αυτά θεωρητικά θα μπορούσαν να είχαν δουλέψει, κατά την περίοδο αναφοράς. 

Δείκτης κατανομής εισοδήματος (συντελεστής S80/S20): Αναφέρεται στην αναλογία του συνόλου του ισοδύναμου διαθέσιμου εισοδήματος που λαμβάνεται από το 20% του πληθυσμού με το υψηλότερο ισοδύναμο διαθέσιμο εισόδημα ως προς το σύνολο του ανάλογου εισοδήματος που λαμβάνει το 20% του πληθυσμού με το χαμηλότερο ισοδύναμο διαθέσιμο εισόδημα. Συγκρίνει δηλαδή το μερίδιο του εισοδήματος του  «πλουσιότερου» 20% του πληθυσμού με το 20% του «φτωχότερου».

Δείκτης άνισης κατανομής του εισοδήματος (συντελεστής Gini): Δείκτης ανισότητας ή συγκέντρωσης του εισοδήματος. Αν τα εισοδήματα ήταν εξίσου κατανεμημένα στον πληθυσμό τότε ο συντελεστής Gini θα ήταν 0 (πλήρης ισότητα). Αν όμως τα εισοδήματα ήταν όλα συγκεντρωμένα σε ένα άτομο τότε ο συντελεστής Gini  θα ήταν 100. Αύξηση στην τιμή του συντελεστή Gini συνεπάγεται και αύξηση της ανισότητας.

Πηγή: philenews