«Όχι» σε νέες μαρτυρίες στην υπόθεση «ομαδικού βιασμού» στην Αγία Νάπα


Το Ανώτατο Δικαστήριο απέρριψε αίτημα της 19χρονης Βρετανίδας η οποία είχε καταγγείλει πέρσι ομαδικό βιασμό της από 12 Ισραηλινούς στην Αγία Νάπα, για να εισαγάγει στην έφεσή της δύο μαρτυρίες που περιλαμβάνονται σε ισάριθμες ένορκες δηλώσεις. 

Το θέμα ηγέρθη όταν κατά την ακρόαση της έφεσης, η Αστυνομία έφερε δύο προδικαστικές ενστάσεις. Η πρώτη αφορά σε κατάχρηση διαδικασίας. Είναι η θέση της ότι η 19χρονη με τις προσβλητικές, εναντίον του πρωτόδικου Δικαστή, δηλώσεις της στον Τύπο, έχει πλήξει την αξιοπρέπεια και την εντιμότητα του καθώς και το κύρος της Δικαιοσύνης. Ως εκ τούτου, θεωρεί ότι αυτή δεν μπορεί να ακουστεί ενώπιον του Εφετείου μέχρι να ανακαλέσει τις εν λόγω δηλώσεις της. Η δεύτερη αφορά σε κατάργηση του δικαιώματος έφεσης. Εδώ η θέση της Αστυνομίας είναι ότι η Βρετανίδα με τη μεταμέλεια που εξέφρασε μέσω της αγόρευσης της ευπαίδευτης συνηγόρου της για μετριασμό της ποινής «αντιφάσκει με την από μέρους της, έντονη αμφισβήτηση της ορθότητας των ευρημάτων του πρωτόδικου Δικαστηρίου ή/και συνιστά κατάχρηση της διαδικασίας του Δικαστηρίου».

Με αφορμή αυτές τις ενστάσεις, η 19χρονη μέσω της δικηγόρου της Νικολέτας Χαραλαμπίδη καταχώρησε αίτηση με την οποία αξιώνει: «Διάταγμα του Δικαστηρίου με το οποίο δίδεται άδεια για προσαγωγή της μαρτυρίας που παρατίθεται και συνίσταται αυτούσια σε δύο ένορκες δηλώσεις». Οι δύο ένορκες δηλώσεις που επιθυμεί τώρα η Βρετανίδα να θέσει ενώπιον του Εφετείου, προέρχονται η μια από τη συνήγορο που την εκπροσώπησε τότε, κα. Ρίτσα Πεκρή, και η άλλη από την ίδια. Η κα. Ρίτσα Πεκρή αναφέρει στην εν λόγω σκοπούμενη ένορκη δήλωση και τα ακόλουθα: «Ως εκ τούτου και θέλοντας να πετύχω τη μέγιστη επιείκεια του Δικαστηρίου και την αποφυγή πιθανής φυλάκισης της εφεσείουσας, η οποία ήταν κατά την άποψη μου ορατή, έχοντας προσωπική γνώση ολόκληρης της δικαστικής διαδικασίας και το πώς αυτή εξελίχθηκε, για τους λόγους που αναφέρω ανωτέρω, προέβηκα στις πιο πάνω αναφορές μεταμέλειας με δική μου πρωτοβουλία. Ωστόσο, πριν προβώ στις πιο πάνω αναφορές μεταμέλειας, προέβηκα, επίσης, σε μελέτη της σχετικής νομολογίας και διαπίστωσα ότι η νομολογία αναγνωρίζει το δικαίωμα ενός κατηγορουμένου να προβεί σε αναφορές μεταμέλειας κατά τον μετριασμό της ποινής χωρίς αυτές να αποσκοπούν στην εξουδετέρωση της αρχικής άρνησης των κατηγοριών, αλλά απλώς να φανερώνουν την αποδοχή του κατηγορούμενου στη δεδομένη κατά τον εν λόγω χρόνο ετυμηγορία του Δικαστηρίου και προσπάθεια προς μετριασμό των συνεπειών».

Παράλληλα, η Βρετανίδα με τη δική της ένορκη δήλωση αναφέρει ότι ουδέποτε έδωσε οδηγίες στη δικηγόρο της «… ότι μετάνιωσα σχετικά με κάτι που έκανα αφού δεν έκανα κάτι λάθος… Κατά τη διάρκεια της ακροαματικής διαδικασίας κατά τη διάρκεια της οποίας θα άκουγα την ποινή μου, είχα διερμηνεία στα αγγλικά σχετικά με το τι λεγόταν στο Δικαστήριο, αλλά δεν κατάλαβα πλήρως τι συνέβαινε και τι λέχθηκε ενώπιον του Δικαστηρίου, αλλιώς θα είχα επέμβει στη διαδικασία».

Τι επισημαίνει η απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου

Σύμφωνα με το Δικαστήριο, «το πρώτο πράγμα που σημειώνουμε είναι ότι εδώ η ενοχή της 19χρονης δεν κρίθηκε στη βάση των δηλώσεων στις οποίες προέβη η συνήγορος που την εκπροσωπούσε και οι οποίες δηλώσεις έγιναν μετά την καταδίκη της. Εν πάση περιπτώσει, αυτά που η εφεσείουσα επιθυμεί να θέσει ενώπιον μας με την υπό εκδίκαση αίτηση, δεν εμπίπτουν στις τρεις προϋποθέσεις που θέτει η νομολογία. Υπάρχει όμως και άλλος λόγος για τον οποίο δεν θα μπορούσε σε καμιά περίπτωση η αίτηση να πετύχει. Η κα. Πεκρή που την εκπροσώπησε στο πρωτόδικο Δικαστήριο, επιθυμεί να αναφέρει με την εν λόγω σκοπούμενη ένορκη δήλωση της, πως στο πλαίσιο άσκησης του λειτουργήματος της -και για να πετύχει τη μέγιστη δυνατή επιείκεια του πρωτόδικου Δικαστηρίου- προέβη σε αναφορές μεταμέλειας θεωρώντας πως αυτή της η ενέργεια και μάλιστα μετά από μελέτη της νομολογίας, όπως η ίδια αναφέρει, δεν εξουδετερώνει “την αρχική άρνηση των κατηγοριών αλλά απλώς φανερώνουν την αποδοχή του κατηγορούμενου στη δεδομένη κατά τον εν λόγω χρόνο ετυμηγορία του Δικαστηρίου και προσπάθεια προς μετριασμό των συνεπειών”. Με αυτά υπόψη», σημειώνει το Ανώτατο, «προς τι η προσκόμιση περαιτέρω “μαρτυρίας” ενώπιον του Εφετείου; Να σημειώσουμε για ό,τι αξίζει, πως δεν υπάρχει λόγος έφεσης ότι η κα. Ρίτσα Πεκρή (η οποία ειρήσθω εν παρόδω είναι αυτή που υπογράφει την έφεση) άσκησε έκδηλα ανίκανη δικηγορία (flagrantly incompetent advocacy - Γιουρούκκης ν. Δημοκρατίας (1990) 2 ΑΑΔ, 402) ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου, όταν προέβαινε στην πιο πάνω δήλωση μεταμέλειας για να πετύχει τη μέγιστη δυνατή επιείκεια».

Τέλος, το Ανώτατο καθιστά σαφές πως με την πιο πάνω απόφαση, δεν αποφασίζεται οτιδήποτε που αφορά στην έφεση ή στις προδικαστικές ενστάσεις που έχει εγείρει η Αστυνομία με το διάγραμμα αγόρευσης της. Όλα αυτά παραμένουν ζωντανά και θα εξεταστούν στο πλαίσιο εκδίκασης της έφεσης, αναφέρει.

14 οι λόγοι έφεσης από την 19χρονη

Υπενθυμίζεται ότι η Βρετανίδα κατόπιν ακροαματικής διαδικασίας κρίθηκε ένοχη στις 30/12/2019 από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας-Αμμοχώστου, στην κατηγορία της δημόσιας βλάβης κατά παράβαση του άρθρου 115 του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154. Σύμφωνα με τις λεπτομέρειες του αδικήματος, αυτή «μεταξύ των ημερομηνιών 17/7/2019 – 27/7/2019 συμπεριλαμβανομένων, στο Παραλίμνι της επαρχίας Αμμοχώστου εν γνώσει της έδωσε στην Αστυνομία ψευδή κατάθεση σε συνάφεια με κατά φαντασία ποινικό αδίκημα, δηλαδή ότι υπέστη ομαδικό βιασμό από 12 Ισραηλινούς, ενώ στην πραγματικότητα γνώριζε ότι η καταγγελία ήταν ψευδής».

Το Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας-Αμμοχώστου, την ίδια ημέρα, επέβαλε στην εφεσείουσα ποινή φυλάκισης 4 μηνών την οποία ανέστειλε για περίοδο 3 ετών. Η 19χρονη με 14 λόγους έφεσης θεωρεί ότι η καταδικαστική απόφαση του Επαρχιακού Δικαστηρίου είναι λανθασμένη και ζητά ανατροπή της.