Μάρτυρας του Ιεχωβά δικαιώθηκε από Δικαστήριο


Μεμπτή βρήκε το Διοικητικό Δικαστήριο τη διαδικασία που ακολούθησε η Ειδική Επιτροπή του υπουργείου Άμυνας για να εξετάσει αίτημα πολίτη για να μην καταταγεί στην Εθνική Φρουρά, ως μάρτυρας του Ιεχωβά.

Το Δικαστήριο βρήκε ότι η Ειδική Επιτροπή παρέλειψε να αναφερθεί στα όσα ο αιτητής κατέθεσε ενώπιον της, με αποτέλεσμα να ακυρωθεί η απόφαση με την οποία απορρίφθηκε το αίτημά του να μην εκτελέσει στρατιωτική θητεία. Ο αιτητής γεννήθηκε στην Κύπρο το 2000 και διαμένει μαζί με την Κύπρια μητέρα του, η οποία είναι βαπτισμένη Χριστιανή μάρτυρας του Ιεχωβά. Αυτός υπέβαλε στις 3.5.2018, αίτηση για αναγνώρισή του ως αντιρρησία συνείδησης, για εκπλήρωση εναλλακτικής κοινωνικής θητείας. Όπως αναφέρει στην αίτησή του, ανήκει σε οικογένεια μαρτύρων του Ιεχωβά, έμαθε από μικρός τις αρχές της Αγίας Γραφής, να είναι ειρηνικός και εναντίον του πολέμου και ότι η συνείδησή του, δεν του επιτρέπει να λάβει μέρος σε οποιονδήποτε στρατό, έστω και ως αμυντικός. 

Επισύναψε στην αίτησή του βεβαίωση από την Αστυνομία περί μη κατοχής όπλου, βεβαίωση από την εκκλησία μαρτύρων του Ιεχωβά Κύπρου, ότι η μητέρα του είναι βαπτισμένη ως χριστιανή μάρτυρας του Ιεχωβά, έγκριση απαλλαγής του από το μάθημα των Θρησκευτικών κατά τη διάρκεια της φοίτησής του στη Μέση Εκπαίδευση. Σημειώνεται πως ο αιτητής, ενημερώνει το Στρατολογικό Γραφείο με σχετική επιστολή του, πως ο ίδιος δεν είναι ακόμα βαπτισμένος χριστιανός μάρτυρας του Ιεχωβά και εξηγεί, προς τούτο, τους λόγους.


Μετά που η Ειδική Επιτροπή του υπουργείου Άμυνας άκουσε τους πιο πάνω λόγους, έκρινε ότι δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις για αναγνώρισή του ως αντιρρησίας συνείδησης για σκοπούς εκπλήρωσης εναλλακτικής κοινωνικής υπηρεσίας.

Το Διοικητικό Δικαστήριο, βρήκε ότι το αίτημα του αιτητή, συνδέεται με την υποκειμενική του συμπεριφορά και όχι με αντικειμενικά δεδομένα και είναι για αυτό το λόγο που έχει καταστεί αναγκαία η προηγούμενη ακρόαση του αιτητή, για την έκδοση διοικητικών πράξεων που περιέχουν ρύθμιση που συνδέεται με υποκειμενικά δεδομένα. Ανατρέχοντας στα πρακτικά συνεδρίας της Επιτροπής, αναφέρεται, γίνεται καταγραφή των όσων καταθέτει ο αιτητής στη γραπτή του αίτηση.

Καμία, όμως, αναφορά δεν γίνεται από την Ειδική Επιτροπή στα όσα ανέφερε ο ίδιος κατά την αυτοπρόσωπη παρουσία του ενώπιόν της, γεγονός που ήρε στην ουσία και την αναγκαιότητα της διά ζώσης παρουσίας του. «Τίποτα, όμως, δεν αναφέρθηκε από την Ειδική Επιτροπή, στα όσα ο αιτητής εξέθεσε κατά την ενώπιον της αυτοπρόσωπη παρουσία, κατά τρόπο που πλήττει την πληρότητα της αιτιολογίας της γνωμάτευσης της Ειδικής Επιτροπής, καθιστώντας αυτήν πλημμελή και συνεπώς παράνομη, συμπαρασύροντας σε ακυρότητα και την τελική προσβαλλόμενη απορριπτική απόφαση», έκρινε το Δικαστήριο.

Ρεπορτάζ: Μιχάλης Χατζηβασίλης  - Φιλελεύθερος