Η ιστορία μιας πολύ ξεχωριστής γυναίκας από την Άχνα!



Φιλοξενούμε την  ιστορία μιας πολύ ξεχωριστής γυναίκας, μιας συμπατριώτισσας μας που το χωριό της την θαυμάζει και την αγαπά. 


Πηγή:ant1.com.cy/Χριστιανα Διονυσίου 


  Είναι μια πολύ άξια γυναίκα, πραγματική αγωνίστρια, μία αληθινή μαχήτρια. Ποτέ δεν το έβαλε κάτω. Υπήρξε αφοσιωμένη κόρη, είναι μια υπέροχη σύζυγος, καταπληκτική μητέρα, γιαγιά όλο αγάπη, μία σπουδαία γυναίκα, γεμάτη λεβεντιά, ένας άνθρωπος της δημιουργίας. Το σενάριο της ζωής της Μαρίας θα μπορούσε να γίνει κι ολόκληρο βιβλίο…


 Η κυρία Μαρία Βαρδάκη Κυριακού αναφέρει στο ANT1.com.cy:



«Γεννήθηκα το 1951 στην Άχνα και έχω 2 αδελφές. Τα παιδικά μου χρόνια ήταν πολύ όμορφα, ανέμελα. Όταν τελείωσα το σχολείο ο πατέρας μου ήθελε να σπουδάσω ή γιατρός ή δικηγόρος ή αρχιτέκτονας. Ήμουν πολύ καλή μαθήτρια και έτσι μπόρεσα να πραγματοποιήσω το όνειρο του. Έγινα δικηγόρος, μπήκα στην Νομική σχολή στην Αθήνα. Βέβαια δεν έγιναν όλα όπως περίμενα…

Άρχισα το πτυχίο μου λίγο πριν τον πόλεμο του 1974. Εκείνο το καλοκαίρι ήμουνα στην Κύπρο. Θεέ μου!!!Δεν υπάρχει τίποτα χειρότερο στη ζωή του ανθρώπου από τον πόλεμο. Η Κύπρος “καιγόταν” από τον πόνο, τη δυστυχία και τον θάνατο. Η ζωές όλων μας είχαν πια αλλάξει, τίποτα δεν θύμιζε το όμορφο παρελθόν μας. 

Τον Σεπτέμβρη δεν ήθελα να πάω πίσω στην Αθήνα…

 Δεν είχα το κουράγιο μετά από όσα βίωσα το καλοκαίρι. Πήγα όμως. Συνέχισα και αφού πέρασα όλα τα μαθήματα, το 1975 πήρα το πτυχίο μου και ορκίστηκα.


 Έπιασα δουλειά σε ένα δικηγορικό γραφείο στην Ελλάδα. Οι γονείς μουεντωμεταξύ μετανάστευσαν στην Αγγλία. Αργότερα τους ακολούθησα καιδούλεψα εκεί για 2 χρόνια. Δεν μου άρεσε όμως αυτή η χώρα. Ήθελα ήλιο, δεν άντεχα τον συννεφιασμένο και πάντα μουντό καιρό και  αποφάσισα να γυρίσω στην Ελλάδα. Τότε ήταν που γνώρισα και τον  σύζυγό μου, τον Δημήτρη.

 

Θυμάμαι ήμουν με την κοιλιά στο στόμα όταν πήγα να πιάσω την άδεια (εξασκήσεως του επαγγέλματος) και ο Δημήτρης με περίμενε έξω όλο αγωνία.  Την πήρα και ήμουν πολύ χαρούμενη. Τότε ήμουν έγκυος το πρώτο μου παιδί. Ένα από τα όνειρα μου ήταν να κάνω μια μεγάλη οικογένεια. Πάντα μου άρεσαν τα παιδιά. Ευτυχώς ο Θεός με αξίωσε και απέκτησα 6 υπέροχα παιδιά, 1 κορίτσι και 5 αγόρια.  


Το 1983 ήρθαμε με τον σύζυγο μου μόνιμα στην Κύπρο, τότε είχα μόνο 2 παιδάκια. Άφησα τη νομική και αφοσιώθηκα στην οικογένεια μου. Μέσα σε 10 χρόνια είχα 6 παιδιά. Δεν είχα βέβαια καμιά βοήθεια, οι γονείς μου ήταν Αγγλία και η πεθερά μου Ελλάδα. Τα κατάφερα όμως γιατί είχα την κόρη μου, την Φωτεινή μου, που με βοηθούσε πολύ με τα μικρά. 



 Στα 44 μου αποφάσισα να δουλέψω ξανά…
Είχαμε μεγάλο οικονομικό πρόβλημα. Άρχισα λοιπόν ξανά το διάβασμα. Έβαζα τα μικρά για ύπνο το βράδυ και διάβαζα. Στα 45 μου κατάφερα και πήρα την άδεια μου. Έδωσα 10 μαθήματα, πέρασα τα 8 από την αρχή και μετά τα άλλα 2.  Ήμουν πολύ ευτυχισμένη γιατί μπορούσα πια να εξασκώ το δικηγορικό μου επάγγελμα στην Κύπρο. Έπιασα δουλειά μόλις πήγε νηπιαγωγείο το μικρότερο. 


Άρχισε τότε ένας πολύ δύσκολος αγώνας…
 Τα ετοίμαζα το πρωί και τα πήγαινα σχολείο, πήγαινα στη δουλειά και το μεσημέρι επέστρεφα να τα πιάσω από το σχολείο, να τους ετοιμάσω φαγητό και να επιστρέψω πίσω στη δουλειά. Η Φωτεινή τα πρόσεχε το απόγευμα αφού ο άντρας μου δούλευε και μάλιστα αρκετό καιρό στην Ελλάδα. Δυσκολευόμουν πολύ αλλά τα κατάφερνα και ήμουν χαρούμενη που τα έβλεπα να μεγαλώνουν. Τα καμάρωνα που ήταν τόσο καλά παιδιά. 

Θυμάμαι τότε που μου έλεγαν: «τώρα που μεγάλωσες τι θέλεις και διαβάζεις» μα εγώ ήθελα να βοηθήσω και οικονομικά την οικογένεια μου. Από μικρή όμως, πίστευα πως ο άνθρωπος είναι σημαντικό να μορφώνεται ακόμα και αν είναι σε μεγάλη ηλικία. 

Όλα ήταν δύσκολα αλλά όλα ήταν όμορφα. Μέχρι το 2002 που όλα ανατράπηκαν στη ζωή μου…


Έχασα ένα από τα παλικάρια μου. Όταν ήταν 15 ετών αρρώστησε (διαγνώστηκε με επιληψία). Μετά από 4 χρόνια, όταν έγινε 19 ετών,  ένα βράδυ που έπαθε επιληπτική κρίση, συνέβη αυτό που ποτέ όχι μόνο  δεν περιμέναμε αλλά ούτε φανταστήκαμε. Τον χάσαμε…


 Δεν μπορεί καμιά μάνα να περιγράψει τον πόνο που αισθάνεται όταν χάσει το παιδί της.  Χάθηκε η γη κάτω από τα πόδια μου. Δεν έβρισκα πουθενά παρηγοριά, καμιά ανακούφιση. Πονούσε η ψυχή μου, το σώμα μου, ήθελα πίσω το  παιδί μου. Ήθελα να το δω ξανά, να το αγκαλιάσω, να το φιλήσω…


Δεν πίστευα ποτέ οτι θα συνέλθω, ήμουν νεκρή μέσα μου. Δεν μπορούσα να δουλέψω, να μιλήσω…

Κάποια στιγμή κατάλαβα όμως πως έπρεπε να βρω δύναμη να συνεχίσω για χατίρι των άλλων μου παιδιών…

 

Γύρισα πίσω στη δουλειά γιατί ήθελα να βοηθήσω και οικονομικά τα παιδιά μου.  Άρχισα ξανά να ζωγραφίζω αλλά και να χτίζω (η αλήθεια, όσοι έρχονται στο σπίτι μου, δεν πιστεύουν ότι εγώ έχτισα όλους τους τοίχους του σπιτιού μου από πέτρα). Έχτισα το τζάκι και το μπαρ. Πάντα μου άρεσε η πέτρα και έμαθα από μόνη μου να φτιάχνω πυλό και να την χτίζω. Έφτιαξα ολόκληρο τον κήπο μου και σκοπεύω να χτίσω και πολλά άλλα. Επίσης, γράφω ένα βιβλίο και εύχομαι ο Θεός να με αξιώσει να καταφέρω να το εκδώσω κάποια στιγμή.  


Εύχομαι σε όλες τις γυναίκες του κόσμου…

Να είναι πάντα καλά. Να σκέφτονται πάντα σωστά και να δίνουν σωστές συμβουλές στα παιδιά τους.

  Να έχουμε αγάπη αλλά και να δίνουμε. Είναι πολύ σημαντικό να δίνουμε αγάπη σε αυτή τη ζωή και ποτέ να μην τα βάζουμε κάτω, να βρίσκουμε τρόπους να στεκόμαστε όρθιοι. Να βρίσκουμε τη δύναμη να προχωράμε!».      


      

 Η Μαρία μάζεψε τις πέτρες και έχτισε μόνη της το τσάκι, το μπαρ και ολόκληρο την κήπο