Γίνεται εθνικό πάρκο ο Ποταμός Λιοπετρίου



Σε σεμνή τελετή που πραγματοποιήθηκε χθες στο Κοινοτικό Συμβούλιο Λιοπετρίου, ο υπουργός Γεωργίας Κώστας Καδής και κοινοτάρχης Κυριάκος Τρισόκκας, ανακοίνωσαν την προκήρυξη των προσφορών για την έναρξη των εργασιών της Διαμόρφωσης του Αλιευτικού Καταφυγίου και του Ποταμού Λιοπετρίου και την οργάνωση τους σε Εθνικό Πάρκο

Ένα εθνικό πάρκο με έντονο περιβαλλοντικό και εκπαιδευτικό χαρακτήρα, το οποίο, όπως επισήμανε μιλώντας στα ΜΜΕ ο κ. Καδής, αναμένεται να δέσει αρμονικά με άλλα δυο μεγάλα έργα στην περιοχή. Δηλαδή την Μαρίνα Αγίας Νάπας και την Μαρίνα Παραλιμνίου. 


Σύμφωνα με την παρουσίαση του έργου, όπως έγινε ενώπιον επίσημων προσκεκλημένων και των εκπροσώπων των ΜΜΕ, το έργο θα κοστίσει πέριξ των €8,5 εκατομμυρίων και είναι ένα από τα μεγαλύτερα έργα υποδομής που αφορούν στον αλιευτικό τομέα, που έγινε ποτέ στην Κύπρο. Θα περιλαμβάνει, εκτός από μια επιβλητική γέφυρα που θα ενώνει τις δύο όχθες του μοναδικού κυπριακού φιόρδ, 100 περίπου πλατφόρμες για ερασιτέχνες ή επισκέπτες για να δένουν τα σκάφη τους, άλλες 35 για επαγγελματίες ψαράδες, εκπαιδευτικό κέντρο για αθλητές κανό, περιμετρικούς πεζόδρομους και ποδηλατόδρομους, διαμόρφωση χώρων υποδοχής, χώρων στάθμευσης, πολυδύναμο κτήριο για γραφεία, χώρους εξυπηρέτησης των ψαράδων, καφεστιατόριο, παρατηρητήρια της φύσης, αναψυκτήρια και περίπτερα. 


Όπως τόνισαν επίσης στις δηλώσεις τους οι Κώστας Καδής και Κυριάκος Τρισόκκας, με το έργο αυτό, το οποίο θα έχει διάρκεια κατασκευαστικών έργων 30 μήνες, η κοινότητα Λιοπετρίου, αναπόφευκτα τοποθετείται πλέον στον τουριστικό χάρτη της Κύπρου με δυναμικό τρόπο. Επιπρόσθετα, με το έργο ανάπλασης του Ποταμού Λιοπετρίου, μελλοντικά η ελεύθερη Αμμόχωστος θα διαθέτει οργανωμένο παραλιακό και τουριστικό μέτωπο με ευρύ φάσμα υπηρεσιών και δραστηριοτήτων, που θα ξεκινά από τον Ποταμό του Λιοπετρίου και θα επεκτείνεται δυτικά και βόρεια στην παραλία της Αγίας Θέκλας στη Σωτήρα, τη Μαρίνα Αγίας Νάπας, τις οργανωμένες παραλίες της Αγίας Νάπας, το Κάβο Γκρέκο και τον Πρωταρά. Ένα παραλιακό μέτωπο δηλαδή μήκους 25 περίπου χιλιομέτρων, ίσως το μεγαλύτερο οργανωμένο τουριστικά παραλιακό μέτωπο του νησιού. 


Με βάση τις χθεσινές εξαγγελίες, αναμένεται ότι το έργο θα αποπερατωθεί εντός του 2022. Όπως εξάλλου ανάφερε ο κ. Καδής χθες, το κόστος του έργου, που ανέρχεται στα €8,5 εκατ. και θα συγχρηματοδοτηθεί από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Θάλασσας και Αλιείας 2014-2020 κατά 75% και κατά 25% από εθνικούς πόρους. Και αναμένεται να συμβάλει αποτελεσματικά στη βιώσιμη ανάπτυξη της αλιείας στην ευρύτερη περιοχή Αμμοχώστου.
 

Δημιούργησε ήδη ενδιαφέρον από επιχειρηματίες

 

Θερμές ευχαριστίες προς την κυβέρνηση και τον υπουργό Γεωργίας εξέφρασε ο κοινοτάρχης Λιοπετρίου, εκφράζοντας την αισιοδοξία ότι πλέον η κοινότητα εισέρχεται δυναμικά στον τομέα της ανάπτυξης της αλιείας, αλλά και του τουρισμού, καθώς το έργο ανάπλασης του Ποταμού Λιοπετρίου αναμένεται να εξυπηρετήσει και τους δύο σκοπούς. Πρόσθεσε ακόμη ότι σήμερα, το Αλιευτικό Καταφύγιο αποτελείται από εφήμερες και πρόχειρες κατασκευές των ίδιων των αλιέων, χωρίς να διασφαλίζονται οι κατάλληλες συνθήκες για την εκτέλεση των εργασιών τους.

 

Σημαντικό είναι επίσης το γεγονός ότι, μαζί με την ανάπλαση του χώρου, θα πραγματοποιηθεί και διαμόρφωση του περιβάλλοντος χώρου, η οποία θα συμβάλει στην προστασία και ανάδειξη του φυσικού περιβάλλοντος της περιοχής του ποταμού, και στη δημιουργία ενός πόλου έλξης για τον επισκέπτη, προσφέροντάς του υπηρεσίες και εναλλακτικούς τρόπους αναψυχής σε περιμετρική ακτίνα γύρω από το κυρίως έργο.
Σύμφωνα με κύκλους της κοινότητας Λιοπετρίου και μόνο η εξαγγελία της πρόθεσης για δημιουργία του έργου, δημιούργησε ενδιαφέρον και βολιδοσκοπήσεις επιχειρηματιών ανάπτυξης γης στην ευρύτερη περιοχή του Ποταμού Λιοπετρίου.


Η δημιουργία του έργου, αποτελούσε πάγιο αίτημα της κοινότητας Λιοπετριού και των επαγγελματιών ψαράδων της περιοχής εδώ και πάρα πολλά χρόνια. Ο σχεδιασμός του έγινε πριν από το 2013 και επρόκειτο να αρχίσει ίσως και πριν από μια πενταετία. Ωστόσο, τα δραματικά γεγονότα τον Μάρτιο του 2013 με τα προβλήματα που ενέκυψαν στην κυπριακή οικονομία, έβαλαν το έργο ξανά στο «ψυγείο».