Ανησυχεί ο ΠΑΣΥΞΕ Αμμοχώστου για τις επιπτώσεις από την κατάρρευση Thomas Cook


Αρνητικές επιπτώσεις στην τουριστική αγορά της Κύπρου θα υπάρχουν από την κατάρρευση της Thomas Cook, δήλωσε στο Κυπριακό Πρακτορείο Ειδήσεων ο Δώρος Τάκκας, Πρόεδρος του Παγκυπρίου Συνδέσμου Ξενοδόχων Αμμοχώστου (ΠΑΣΥΞΕ).

Στις δηλώσεις του ο κ. Τάκκας είπε πως «από την κατάρρευση του τουριστικού κολοσσού Thomas Cook, επηρεάζονται άμεσα ξενοδοχεία στην ελεύθερη περιοχή Αμμοχώστου, ωστόσο στο τέλος της ημέρας θα επηρεαστούμε όλοι από αυτή την απώλεια. Ωστόσο σήμερα  επιβεβαιώθηκε ότι οι θυγατρικές εταιρείες της Thomas Cook, δηλαδή η Ving που είναι το σκανδιναβικό κομμάτι και η γερμανική εταιρεία Condor θα συνεχίσουν την λειτουργία τους, μέχρις ότου εξευρεθεί επενδυτής ή αγοραστής. Αυτό περιορίζει σε αρκετά μεγάλο βαθμό της τάξης του 40% τη ζημιά και το πρόβλημα από την κατάρρευση της Thomas Cook».

Εξήγησε ότι «η Ving είναι γκρουπ από μόνη της και είναι αρκετά δυνατή και υγιής εταιρεία, αφού κερδίζει χρήματα. Ο εκκαθαριστής αποφάσισε όπως αφήσει την συγκεκριμένη εταιρεία να λειτουργεί μέχρις ότου βρεθεί επενδυτής ή αγοραστής. Αυτό είναι θετικό για μας αφού στην ελεύθερη περιοχή Αμμοχώστου, η ζημιά μειώνεται γύρω στο 50%, αφού είχαμε μεγάλο κομμάτι του τουρισμού στη επαρχία μας από τη σκανδιναβική αγορά».

Απαντώντας σε σχετική ερώτηση ο κ. Τάκκας είπε πως «επικρατεί μια αναστάτωση στους τουρίστες – πελάτες της Thomas Cook που κάνουν τις διακοπές τους στα ξενοδοχεία της περιοχής, που ζητούν ενημέρωση. Δυστυχώς τα ξενοδοχεία δεν μπορούν να τους παρέχουν αυτή την ενημέρωση διότι δεν την έχουν και οι ίδιοι, ωστόσο οι ξενοδόχοι συμπεριφέρονται πάρα πολύ υπεύθυνα, αντιμετωπίζουν τους πελάτες σαν να μην έχει συμβεί οτιδήποτε και τους λένε ότι περιμένουν οδηγίες πιθανότατα για επαναπατρισμό τους».

Σε άλλη ερώτηση απάντησε πως «η κατάσταση με την συγκεκριμένη εταιρεία μας απασχολεί εδώ και αρκετό καιρό. Δεν είναι κάτι νέο για εμάς, ωστόσο είχαμε πρόσφατα διαβεβαιώσεις ότι είχαν βρεθεί τα απαιτούμενα χρήματα από τράπεζες και επενδυτή από την Κίνα». Πρόσθεσε πως «τις τελευταίες μέρες προέκυψε μια απαίτηση για ένα επιπλέον ποσό της τάξεως των 200 – 250 εκατομμυρίων. Ηταν κάποιες επιπρόσθετες εγγυήσεις που φαίνεται ότι  ζητήθηκαν από τις τράπεζες, που φαίνεται ότι δεν μπορούσαν να ικανοποιηθούν, ενώ με την άρνηση της βρετανικής κυβέρνησης να συνδράμει, είχαμε αυτή τη θλιβερή εξέλιξη».

Η εταιρεία Thomas Cook συνέχισε, «είναι από τους πλέον παλαιούς τουριστικούς οργανισμούς με τεράστια συμμετοχή στην Κύπρο που φτάνει τις 200 – 250 χιλιάδες τουρίστες ετησίως και με μεγάλη συνεισφορά στον τουρισμό μας με περίπου 8% του τουρισμού της Κύπρου».

Σε άλλη ερώτηση ο Δώρος Τάκκας απάντησε πως «δεν υπάρχουν άλλες εταιρείες που να βρίσκονταν σε παρόμοια θέση με την Thomas Cook, η οποία μαθαίναμε ότι αντιμετώπιζε ορισμένα προβλήματα, τα οποία το τελευταίο διάστημα είχαν ενταθεί. Αυτή την στιγμή δεν υπάρχουν ενδείξεις για άλλο τουριστικό πράκτορα που να αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα ρευστότητας όπως η Thomas Cook, ωστόσο δυστυχώς αυτά συμβαίνουν στην τουριστική βιομηχανία από τη μια μέρα στην άλλη και δεν μπορούμε να αποκλείσουμε οτιδήποτε».

Σημείωσε ακόμα ότι «την επόμενη τουριστική περίοδο είναι σίγουρο ότι θα δούμε αρνητικά πρόσημα στην κυπριακή αγορά. Ο βαθμός των αρνητικών εξελίξεων είναι αυτό που μας προβληματίζει» είπε και σημείωσε πως «έχουμε περίπου 1,5 μήνα τουρισμού στην Κύπρο που θεωρείται «high season”και αντιλαμβανόμαστε ότι το αγγλικό κομμάτι ήδη έχει χαθεί και είναι δύσκολο να αντικατασταθεί».

Αναφερόμενος στην επόμενη τουριστική περίοδο, ο Πρόεδρος του ΠΑΣΥΞΕ Αμμοχώστου είπε πως «ελπίζουμε και αναμένουμε άλλοι μεγάλοι οργανισμοί να προσπαθήσουν τουλάχιστον να καλύψουν, ή έστω να περιορίσουν την απώλεια από την κατάρρευση της Thomas Cook. Μέχρι στιγμής, γιατί οι εξελίξεις είναι πάρα πολύ πρόσφατες, δεν έχουμε καμία πληροφόρηση, ενώ ούτε οι ίδιοι γνωρίζουν τι θα κάνουν με τα προγράμματα τους, εάν δηλαδή θα τα αυξήσουν το επόμενο διάστημα|.

Ταυτόχρονα χαρακτήρισε «μια πάρα πολύ αρνητική εξέλιξη» την κατάρρευση της Thomas Cook την οποία, όπως είπε «σήμερα δεν μπορούμε να μετρήσουμε με ακρίβεια τις επιπτώσεις».